Griechisch | Deutsch |
---|---|
Όχι και τόσο πρωτότυπος τίτλος, ε; | Nicht gerade originell, was? Übersetzung nicht bestätigt |
Πρέπει να 'σαι πρωτότυπος. | Heutzutage muss man originell sein. Übersetzung nicht bestätigt |
'Η είσαι πρωτότυπος ή δεν είσαι τίποτα. | Man muss originell klingen. Übersetzung nicht bestätigt |
Θα μπορουσε να είναι γοητευτικός και ευχάριστα πρωτότυπος. | Er könnte witzig und charmant sein und erfrischend originell. Übersetzung nicht bestätigt |
Είστε πρωτότυπος στη δουλειά όσο και στις απαντήσεις σας; | Sind Ihre Leistungen genauso originell wie Ihre Antworten? Übersetzung nicht bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
πρωτότυπος -η -ο [protótipos] : 1α. που δημιουργήθηκε χωρίς να βασίζεται σε ορισμένο πρότυπο με συνέπεια να είναι τελείως διαφορετικός: Mία πρωτότυπη ιδέα. Δημιουργεί πρωτότυπο έργο. Δουλεύει με εντελώς πρωτότυπες μεθόδους. H διδακτορική διατριβή είναι πρωτότυπη επιστημονική εργασία. Ένας πρωτότυπος -η -ο ζωγραφικός πίνακας. || (γραμμ.) Πρωτότυπη λέξη, από την οποία παράγεται κάποια άλλη. β. (για πρόσ.) που έχει ή χρησιμοποιεί νέες μεθόδους και ιδίως δημιουργεί έργο το οποίο διαφέρει, καινοτομεί και δεν παραπέμπει σε κτ. προηγούμενο: πρωτότυπος -η -ο καλλιτέχνης / συγγραφέας / στοχαστής. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.